Δικαστικές μεθοδεύσεις για παραγραφές υποθέσεων
Έχουμε βαρεθεί να ακούμε τον υπουργό Δικαιοσύνης να επαναλαμβάνει, ότι η κάθαρση στο χώρο της Δικαιοσύνης συνεχίζεται και ότι οι διεφθαρμένοι δικαστές θα αποβληθούν από το σώμα και θα τιμωρηθούν.
Πολλοί όμως επίορκοι, όλα αυτά τα ακούνε βερεσέ. Είτε γιατί δεν τα παίρνουν στα σοβαρά, είτε γιατί έχουν ισχυρούς προστάτες και αισθάνονται ασφαλείς.
Συχνά πυκνά μας καταγγέλλονται μεθοδεύσεις και πρακτικές που οδηγούν στην παραγραφή αδικημάτων και την ατιμωρησία δραστών που κατηγορούνται για απάτες κατά συρροή, κατά συνήθεια και κατ΄ επάγγελμα.
Εκτός από τις αναβολές που δίδονται με ευκολία και με προσχηματικές αιτιολογίες, οι «μιλημένες» συνθέσεις κατευθύνουν τη διαδικασία κατά τέτοιο τρόπο, που παραπέμπει σε αρνησιδικία.
Στις 25.4.2007 εκδικαζόταν μετά από έφεση στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πάτρας μεταξύ 24 συνολικά υποθέσεων του πινακίου και δύο υποθέσεις που αφορούσαν την ΔΟΥ Κρεστένων. Πρόκειται για τη γνωστή υπόθεση της παρέας των εφοριακών που εκβίαζε και εξαπατούσε φορολογούμενους.
Λόγω της πανελλαδικής αποχής των δικηγόρων, αναβλήθηκαν όλες οι υποθέσεις πλην μιας εκ των δύο υποθέσεων που αφορούσε την υπόθεση Κρεστένων. Η μη αναβληθείσα αφορούσε το αδίκημα της απάτης κατ΄ επάγγελμα και κατά συνήθεια για τις πράξεις που είχαν τελέσει οι κατηγορούμενοι το διάστημα πριν από το 1999. Ο λόγος, που σύμφωνα με το δικαστήριο έπρεπε να εκδικαστεί η υπόθεση, ήταν ότι περιείχε μια πράξη σε βαθμό πλημμελήματος, ή οποία θα παραγραφόταν στις 30.4.2007.
Η υπόθεση αυτή εκδικάστηκε, αλλά ετέθη θέμα παραγραφής. Το δικαστήριο, χωρίς να μπει στην ουσία της υπόθεσης, αποφάνθηκε, ότι εσφαλμένα το δικαστήριο που δίκασε την υπόθεση σε πρώτο βαθμό υπολόγισε αθροιστικά το σύνολο των επί μέρους ποσών κάθε πράξης, ενώ έπρεπε να υπολογισθεί χωριστά το ποσό της κάθε πράξης, το οποίο, εφόσον δεν υπερέβαινε το όριο των 5.000.000 δρχ. (σύμφωνα με το νόμο που ίσχυε πριν το 1999), ήταν πλημμέλημα και λόγω παρέλευσης 5ετίας από την τέλεση μέχρι την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος, είχε παραγραφεί.
Το δικαστήριο που δίκασε την υπόθεση σε πρώτο βαθμό κακουργήματος εφαρμόζοντας τον νόμο 2721/99, ασφαλώς και γνώριζε ότι επειδή οι πράξεις είχαν τελεσθεί πριν το 1999, το δικαστήριο θα εφάρμοζε το νόμο 2408/96 και θα έθετε θέμα παραγραφής. Αν η εφαρμογή του νόμου 2721/99 δεν ήταν εσκεμμένη, τότε οι δικαστές που τον εφάρμοσαν είχαν άγνοια, πράγμα ανεπίτρεπτο για δικαστές.
Τόσο διεφθαρμένοι, όσο αγράμματοι και κατά συνέπεια ανεπαρκείς δικαστές δεν έχουν θέση στο δικαστικό σώμα.
Πολλοί όμως επίορκοι, όλα αυτά τα ακούνε βερεσέ. Είτε γιατί δεν τα παίρνουν στα σοβαρά, είτε γιατί έχουν ισχυρούς προστάτες και αισθάνονται ασφαλείς.
Συχνά πυκνά μας καταγγέλλονται μεθοδεύσεις και πρακτικές που οδηγούν στην παραγραφή αδικημάτων και την ατιμωρησία δραστών που κατηγορούνται για απάτες κατά συρροή, κατά συνήθεια και κατ΄ επάγγελμα.
Εκτός από τις αναβολές που δίδονται με ευκολία και με προσχηματικές αιτιολογίες, οι «μιλημένες» συνθέσεις κατευθύνουν τη διαδικασία κατά τέτοιο τρόπο, που παραπέμπει σε αρνησιδικία.
Στις 25.4.2007 εκδικαζόταν μετά από έφεση στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πάτρας μεταξύ 24 συνολικά υποθέσεων του πινακίου και δύο υποθέσεις που αφορούσαν την ΔΟΥ Κρεστένων. Πρόκειται για τη γνωστή υπόθεση της παρέας των εφοριακών που εκβίαζε και εξαπατούσε φορολογούμενους.
Λόγω της πανελλαδικής αποχής των δικηγόρων, αναβλήθηκαν όλες οι υποθέσεις πλην μιας εκ των δύο υποθέσεων που αφορούσε την υπόθεση Κρεστένων. Η μη αναβληθείσα αφορούσε το αδίκημα της απάτης κατ΄ επάγγελμα και κατά συνήθεια για τις πράξεις που είχαν τελέσει οι κατηγορούμενοι το διάστημα πριν από το 1999. Ο λόγος, που σύμφωνα με το δικαστήριο έπρεπε να εκδικαστεί η υπόθεση, ήταν ότι περιείχε μια πράξη σε βαθμό πλημμελήματος, ή οποία θα παραγραφόταν στις 30.4.2007.
Η υπόθεση αυτή εκδικάστηκε, αλλά ετέθη θέμα παραγραφής. Το δικαστήριο, χωρίς να μπει στην ουσία της υπόθεσης, αποφάνθηκε, ότι εσφαλμένα το δικαστήριο που δίκασε την υπόθεση σε πρώτο βαθμό υπολόγισε αθροιστικά το σύνολο των επί μέρους ποσών κάθε πράξης, ενώ έπρεπε να υπολογισθεί χωριστά το ποσό της κάθε πράξης, το οποίο, εφόσον δεν υπερέβαινε το όριο των 5.000.000 δρχ. (σύμφωνα με το νόμο που ίσχυε πριν το 1999), ήταν πλημμέλημα και λόγω παρέλευσης 5ετίας από την τέλεση μέχρι την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος, είχε παραγραφεί.
Το δικαστήριο που δίκασε την υπόθεση σε πρώτο βαθμό κακουργήματος εφαρμόζοντας τον νόμο 2721/99, ασφαλώς και γνώριζε ότι επειδή οι πράξεις είχαν τελεσθεί πριν το 1999, το δικαστήριο θα εφάρμοζε το νόμο 2408/96 και θα έθετε θέμα παραγραφής. Αν η εφαρμογή του νόμου 2721/99 δεν ήταν εσκεμμένη, τότε οι δικαστές που τον εφάρμοσαν είχαν άγνοια, πράγμα ανεπίτρεπτο για δικαστές.
Τόσο διεφθαρμένοι, όσο αγράμματοι και κατά συνέπεια ανεπαρκείς δικαστές δεν έχουν θέση στο δικαστικό σώμα.